Γνωριμία με το μοναδικό αμπελοτόπι της Νάουσας μέσα από μια εξαιρετική γεωγραφική γευσιγνωσία σπουδαίων κρασιών.
Ξινόμαυρο ή Μαύρο Ναούσης ή Μαύρο Ναουσιάτικο ή Μαύρο Γουμένισσας ή Ποπόλκα.
Για πολλούς -ίσως τους περισσότερους- η κορυφαία ερυθρή ποικιλία της Ελλάδας. Για κάποιους άλλους, μία από της δύο κορυφαίες, μαζί με το Αγιωργίτικο. Εμένα μ’αρέσει να το αποκαλώ “αυτοκρατορικό”.
Αναμφισβήτητα πάντως είναι ο βασιλιάς του βορειοελλαδίτικου αμπελώνα.
Το συναντούμε στην Νάουσα, στη Γουμένισσα, στο Αμύνταιο, στη Ραψάνη, στο Βελβεντό, στο Άγιο Όρος, στα Ιωάννινα και στη Μαγνησία.
Το αναγνωρίζουμε όμως περισσότερο από τις 4 ζώνες Π.Ο.Π (Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης) που παίρνει μέρος.
Στην Νάουσα ως 100%. Στο Αμύνταιο ως 100%. Στη Γουμένισσα μαζί με Νεγκόσκα, η οποία πρέπει να είναι τουλάχιστον σε ποσοστό 20% και στη Ραψάνη μαζί με Κρασάτο και Σταυρωτό, σε αναλογίες 1/3 το καθένα.
Η Νάουσα ίσως και να θεωρείται η ονομασία προέλευσης που έχει ταυτιστεί με το Ξινόμαυρο και το έχει κάνει ευρέως γνωστό.
Ξινόμαυρο=Νάουσα.
Σαν σταφύλι είναι δύστροπο και ευαίσθητο στην ξηρασία. Πολυδυναμικό όμως, όπως χαρακτηρίζει κάθε αυτοκράτορα, δίνοντας κρασιά απίστευτης ποιότητας και βαθιάς παλαίωσης. Κρασιά, όπως συνηθίζεται να λέγεται “ράτσας”.
Ζωηρή και παραγωγική ποικιλία, με πυκνό τσαμπί, χοντρόφλουδο, με χρώμα σκούρο μπλε προς μαύρο. Ο χυμός του είναι αρκετά ανοιχτόχρωμος, στα όρια του άχρωμου. Το άρωμά του όμως είναι το δυνατό του σημείο. Δεν νομίζω πως μπορούμε να το συναντήσουμε σε κανένα άλλο ερυθρό κρασί.
Απίστευτης πολυπλοκότητας “μύτη” με μπαχαρικά, κόκκινα φρούτα και το χαρακτηριστικό ποικιλιακό άρωμα ντομάτας, σε όλο το φάσμα της (φρέσκια, λιαστή, φλούδα, γλυκό ντοματάκι, κέτσαπ, πελτέ) ανάλογα με τις διακυμάνσεις της ηλικίας του κρασιού. Παλαιώνοντας, χαρακτηρίζεται από πιο πολύπλοκο μπαχαρικό, που αρχίζει να γλυκίζει και φέρνει μνήμη ανατολής, και από την παρουσία νύξεων δέρματος.
Η ευλογία του;
Οι τανίνες του, που σε συνδυασμό με την υψηλή οξύτητά του, χαρίζουν στο κρασί, δυναμική παλαίωσης που σχεδόν σε κάνει να το ξεχάσεις στην κάβα σου.
Είπαμε…κρασί “ράτσας”.
Το μαγικό του;
Ακόμα και μετά από παλαίωση 20ετίας, οι ατσάλινες τανίνες του, παύουν πλέον να σου θυμίζουν νοβοκαίνη οδοντιάτρου που σου μουδιάζει το στόμα αν το δοκιμάσεις νεαρό, αλλά είναι σε θέση να κρατήσουν το κρασί στιβαρό, μεστό και “γεμάτο”.
Είπαμε…κρασί “ράτσας”.
Πώς θα μπορούσα λοιπόν να αντισταθώ στο πειρασμό, για μια γνωριμία με το μοναδικό terroir της Νάουσας, ειδικά όταν συντονιστής της συζήτησης ήταν ένας “υπηρέτης” του κρασιού με πάθος και λάτρης -όπως ο ίδιος δήλωσε χωρίς φόβο- του Ξινόμαυρου, Αλέξανδρος Σακκάς;
Ε, δεν γίνεται!
Μια παρεϊστικη γεωγραφική γευσιγνωσία, που έλαβε χώρα στο Οινόραμα 2014, στην οποία μπαίνοντας στην αίθουσα ένιωθες ρίγη συγκίνησης, αντικρίζοντας στο πάσο απέναντι τις 8 φιάλες της δοκιμής, να στέκουν όλο καμάρι. Από το 2011 και την “νέα, μοντέρνα τάση” του Ξινόμαυρου Νάουσας, μέχρι τα βάθη του 1993.
Χαρακτηριστικά σταφυλιού
Το τσαμπί του είναι πυκνόραγο, κωνικό, με βάρος περίπου 350-400γρ. Οι ρόγες είναι μεσαίου μεγέθους, σφαιρικές, με φλοιό παχύ, σκούρου μπλε χρώματος και χυμώδη σάρκα με υπόξινη γεύση.
Η βλάστησή του ξεκινά συνήθως στα μέσα του Απριλίου και φτάνει στην ωρίμανσή του στο τελευταίο δεκαήμερο του Σεπτεμβρίου.